Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ένα από τα πιο ευαίσθητα και πολυσυζητημένα κοινωνικά φαινόμενα των τελευταίων δεκαετιών. Η ευρεία κοινωνική και θεσμική αναγνώριση της βίας κατά των γυναικών αποτέλεσε ένα τεράστιο βήμα προόδου στον αγώνα για ισότητα και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, μέσα σε αυτόν τον αναγκαίο και δίκαιο αγώνα, μια άλλη πραγματικότητα τείνει να αποσιωπάται ή να αγνοείται: η ύπαρξη ανδρών-θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας και η προκατασκευασμένη κοινωνική αντιμετώπισή τους ως θύτες, ανεξαρτήτως συνθηκών.
Το Στερεότυπο του Άνδρα-Κακοποιού
Η κυρίαρχη κοινωνική αφήγηση παρουσιάζει την ενδοοικογενειακή βία ως μια μονόπλευρη μορφή κακοποίησης, στην οποία ο άνδρας είναι σχεδόν πάντα ο θύτης και η γυναίκα το θύμα. Χωρίς αμφιβολία, αυτό αντανακλά μια στατιστική πραγματικότητα που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: η πλειονότητα των καταγεγραμμένων θυμάτων είναι γυναίκες.
Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν άνδρες που κακοποιούνται, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά. Αντιθέτως, οι άνδρες-θύματα είναι παρόντες αλλά αόρατοι. Ο κοινωνικός και πολιτισμικός κώδικας αρρενωπότητας που επιβάλει στον άνδρα να είναι “δυνατός”, “σκληρός” και “απρόσβλητος”, λειτουργεί αποτρεπτικά στην καταγγελία περιστατικών κακοποίησης.
Σιωπή, Ντροπή και Θεσμική Καχυποψία
Ο άνδρας που πέφτει θύμα βίας από τη σύντροφό του ή τη σύζυγό του, καλείται να αντιμετωπίσει διπλό τραύμα: το ένα από την κακοποιητική συμπεριφορά και το άλλο από την κοινωνική ντροπή και θεσμική αδιαφορία. Η αναφορά τέτοιου περιστατικού μπορεί να θεωρηθεί από το κοινωνικό περιβάλλον ως αδυναμία ή ακόμα και γελοιοποίηση, ενώ συχνά δεν λαμβάνεται σοβαρά ούτε από τις αρχές.
Πολλοί άνδρες αναφέρουν πως, όταν απευθύνθηκαν σε αστυνομικές ή δικαστικές αρχές, αντιμετωπίστηκαν με καχυποψία, ειρωνεία ή και αδιαφορία. Άλλοι φοβήθηκαν ότι, αντί να αναγνωριστούν ως θύματα, θα θεωρηθούν αυτόματα θύτες, λόγω του φύλου τους.
Η Χρήση του Νομικού Πλαισίου ως Όπλο
Αξιοσημείωτη είναι η αύξηση καταγγελιών για ενδοοικογενειακή βία που εγείρονται κατά τη διάρκεια ή λίγο πριν από διαζύγια, δικαστικές διαμάχες για την επιμέλεια τέκνων ή οικονομικούς διακανονισμούς. Σε αρκετές περιπτώσεις, υπάρχουν καταγγελίες για κατάχρηση του νομικού πλαισίου από πλευράς γυναικών που θέλουν να απομακρύνουν τον άνδρα από την οικογενειακή εστία ή να αποκτήσουν πλεονέκτημα στη διαδικασία.
Η αυτόματη ενεργοποίηση της αυτόφωρης διαδικασίας, με μία απλή καταγγελία για περιστατικό βίας —χωρίς να έχει ακόμη αποδειχθεί τίποτα— μπορεί να οδηγήσει σε σύλληψη του άνδρα, προσωρινή απομάκρυνση από το σπίτι, και εν τέλει προσβολή της αξιοπρέπειάς του, ακόμη και αν αποδειχθεί τελικά αθώος.
Η Θεσμική Ανισότητα και οι Ανεπαρκείς Μηχανισμοί Στήριξης
Σε επίπεδο κρατικών δομών, η ανισότητα είναι εμφανής. Υπάρχουν γραμμές υποστήριξης και ξενώνες φιλοξενίας για γυναίκες-θύματα, ειδικές δομές και προγράμματα στήριξης, με μηδαμινή ή ανύπαρκτη αντίστοιχη πρόβλεψη για άνδρες.
Ένας άνδρας που κακοποιείται δεν έχει πού να απευθυνθεί — δεν υπάρχει ξενώνας να τον υποδεχθεί, δεν υπάρχει ειδικός σύμβουλος να τον καθοδηγήσει, δεν υπάρχει κοινωνικός μηχανισμός που να τον θεωρεί πιθανό θύμα.
Επιπλέον, η νομολογία και η πρακτική των δικαστηρίων στις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας είναι συχνά προσανατολισμένες στην προστασία της γυναίκας, ακόμη και όταν τα αποδεικτικά στοιχεία είναι ασαφή, γεγονός που ενισχύει την ασυμμετρία αντιμετώπισης.
Ο Κίνδυνος του Αντίστροφου Σεξισμού
Όταν ο αγώνας για την προστασία των γυναικών μετατρέπεται σε δόγμα ενοχοποίησης του άνδρα, χάνεται η ουσία της ισότητας. Η δικαιοσύνη πρέπει να είναι ουδέτερη, αμερόληπτη και βασισμένη σε αποδείξεις — όχι σε προκαταλήψεις φύλου. Ο άνδρας δεν είναι εξ ορισμού θύτης, όπως και η γυναίκα δεν είναι εξ ορισμού αθώα.
Η έννοια της ισότητας των φύλων δεν μπορεί να εφαρμόζεται επιλεκτικά ή όταν βολεύει τις κοινωνικές ευαισθησίες. Ο άνδρας πρέπει να μπορεί να αναγνωρίζεται ως θύμα χωρίς να απογυμνώνεται από την ανδρική του ταυτότητα και χωρίς να νιώθει ότι παραβιάζει το “κώδικα τιμής” του φύλου του.
Προς μια Πραγματική Ισορροπία
Η ενδοοικογενειακή βία είναι σοβαρό και πολυδιάστατο πρόβλημα, που απαιτεί ευαισθησία, γνώση και σεβασμό προς όλα τα θύματα —ανεξαρτήτως φύλου. Η κοινωνία, οι θεσμοί και η δικαιοσύνη οφείλουν να δουν κατάματα την αθέατη πλευρά της βίας, να αφαιρέσουν τα στερεότυπα και να ενισχύσουν δομές που να παρέχουν ίσες ευκαιρίες και προστασία σε όλους.
Είναι καιρός να καταρρίψουμε τον μύθο του άτρωτου άνδρα και να αναγνωρίσουμε ότι η βία δεν έχει φύλο — έχει πρόσωπο, πόνο και συνέπειες. Και απέναντι στη βία, δεν μπορεί να υπάρχουν θύματα δύο ταχυτήτων.

Στατιστικά και Νομικά Στοιχεία
- Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου (2016), ένας στους τρεις άνδρες στην Ευρώπη δήλωσε ότι έχει βιώσει ψυχολογική ή λεκτική βία από σύντροφο.
- Στην Ελλάδα, η ΕΛ.ΑΣ. έχει καταγράψει και περιστατικά ανδρών που υπήρξαν θύματα, ωστόσο η αναλογία παραμένει μικρή, πιθανώς λόγω υποαναφοράς.
- Ο Ν. 3500/2006 για την ενδοοικογενειακή βία δεν κάνει διάκριση φύλου, αλλά στην πράξη η εφαρμογή του τείνει να εστιάζει στη γυναίκα ως θύμα.
Το άρθρο βασίζεται σε κοινωνιολογικά δεδομένα, αναφορές σε μαρτυρίες και επιστημονικές έρευνες, με στόχο να φωτίσει μια συχνά αποσιωπημένη πτυχή της βίας. Δεν υπονομεύει την αναγκαιότητα προστασίας των γυναικών, αλλά επιδιώκει τη δίκαιη και ισότιμη προσέγγιση για όλα τα φύλα.